Τα συστήματα γρατζούνισης χημικών λυμάτων λειτουργούν σε ορισμένα από τα πιο απαιτητικά περιβάλλοντα που μπορεί κανείς να φανταστεί, διαχειριζόμενα ιζήματα που περιέχουν οξέα, αλκάλια, διαλύτες, βαρέα μέταλλα και άλλες πολύπλοκες ενώσεις. Το κυρίαρχο κριτήριο σχεδιασμού για αυτά τα συστήματα είναι η εξαιρετική αντοχή στα χημικά, προκειμένου να αποφευχθεί η γρήγορη φθορά και η αποτυχία. Τα τυπικά ανοξείδωτα χάλυβα μπορεί να είναι ανεπαρκή για πολλά χημικά περιβάλλοντα, καθώς είναι ευάλωτα σε τρωτότητα και ρωγμές λόγω εντάσεων. Ως εκ τούτου, τα συστήματα γρατζούνισης για χημικές εφαρμογές κατασκευάζονται σχεδόν αποκλειστικά από προηγμένα μη μεταλλικά υλικά, όπως πολυαιθυλένιο υψηλής πυκνότητας (HDPE), πολυπροπυλένιο (PP), πολυδιφθοροαιθυλένιο (PVDF) και πλαστικά ενισχυμένα με ίνες. Τα υλικά αυτά επιλέγονται λόγω της αποδεδειγμένης αδράνειάς τους σε ένα ευρύ φάσμα επιθετικών χημικών, σε διαφορετικές θερμοκρασίες και συγκεντρώσεις. Σε ένα σενάριο σε φαρμακευτικό εργοστάσιο ή εργοστάσιο ειδικών χημικών, το pH των λυμάτων μπορεί να μεταβάλλεται δραματικά και να περιέχει επιθετικούς διαλύτες. Ένα μεταλλικό σύστημα γρατζούνισης θα είχε εξαιρετικά περιορισμένη διάρκεια ζωής, απαιτώντας συνεχείς αντικαταστάσεις και προκαλώντας επικίνδυνες διακοπές. Αντίθετα, ένα μη μεταλλικό σύστημα παρέχει αξιόπιστη, μακροπρόθεσμη λειτουργία με ελάχιστη συντήρηση. Επιπλέον, η απουσία ιόντων μετάλλων αποτρέπει τη μόλυνση της ιλύος, κάτι που μπορεί να είναι κρίσιμο αν η άργιλος χρειάζεται περαιτέρω επεξεργασία ή περιέχει ανακτήσιμα υλικά. Για τους μηχανικούς που καθορίζουν εξοπλισμό για την επεξεργασία χημικών λυμάτων, η επιλογή συστήματος γρατζούνισης με την κατάλληλη αντοχή στα χημικά είναι ο σημαντικότερος παράγοντας για τη διασφάλιση της συνέχειας της διαδικασίας, της ασφάλειας και της οικονομικής λειτουργίας μακροπρόθεσμα.